Search for:


Οι μεταβλητές είναι θέσεις μνήμης τού υπολογιστή στις οποίες αποδίδουμε ονόματα και τις χρησιμοποιούμε. Από αυτή την οπτική οι μεταβλητές επιτρέπουν την διαχείριση τής μνήμης τού υπολογιστή μας. Οι μεταβλητές μπορούν να γραφούν και να διαβαστούν οποιαδήποτε στιγμή το θελήσουμε. Οι μεταβλητές στην Python δημιουργούνται αποδίδοντάς τους μια αρχική τιμή. Δηλαδή δεν χρειάζεται να δηλωθεί πρώτα ο τύπος τής μεταβλητής κι έπειτα να αποδωθεί η τιμή της. Ο interpreter τής γλώσσας καταλαβαίνει από την τιμή που αποδίδεται στην μεταβλητή και τον τύπο της. Επίσης δεν υπάρχει ο περιορισμός , όπως σε άλλες γλώσσες προγραμματισμού, ότι ο τύπος μιάς μεταβλητής δεν μπορεί να αλλάξει κατά την διάρκεια τού προγράμματος. Στην Python ο τύπος τής μεταβλητής μπορεί να αλλάξει οποτεδήποτε το θελήσουμε χωρίς κανέναν περιορισμό. Απλά αν έχουμε μια μεταβλητή ακέραιου τύπου και κάποια στιγμή αποθηκεύσουμε σε αυτήν έναν δεκαδικό αριθμό, τότε η μεταβλητή αδιαμαρτύρητα θα έχει μετατραπεί σε μια μεταβλητή αριθμού κινητής υποδιαστολής. Το ίδιο απλά μπορούμε στην ίδια μεταβλητή να αποθηκεύσουμε ένα αλφαριθμητικό και τότε η μεταβλητή θα έχει μετατραπεί σε μια μεταβλητή αλφαριθμητικού τύπου. Συνοψίζοντας, αναφέρουμε ότι σε μια μεταβλητή τής γλώσσας Python μπορούμε να αποδώσουμε οποιονδήποτε τύπο θέλομε κι αυτόν να τον αλλάξουμε οποιαδήποτε στιγμή το θελήσουμε κατά την διάρκεια τού προγράμματός μας.

Τούτο μπορεί να φαίνεται βολικό στον αρχάριο προγραμματιστή και να αντιμετωπίζεται σαν ένα θετικό σημείο τής γλώσσας. Όμως στην πραγματικότητα δεν είναι ακριβώς έτσι. Πολλές φορές μπορεί να κάνουμε μια λάθος καταχώριση σε μια μεταβλητή αλλάζοντας ταυτόχρονα και τον τύπο της προκαλλώντας ανεπανόρθωτη βλάβη στην εξέλιξη τού προγράμματός μας.